Τα νοικοκυριά, τοποθετούν το χρηματοοικονομικό τους πλεόνασμα (το μη καταναλωθέν εισόδημα) σε χρηματοοικονομικά ιδρύματα. Έπειτα, οι τελευταίοι τα επενδύουν στον επιχειρηματικό τομέα. Από τη δεκαετία του 1970 με τα αυστηρά καθορισμένα πλαίσια, περάσαμε στη δεκαετία του 1980 με την απελευθέρωση των αγορών, τον ανταγωνισμό και την παγκοσμιοποίηση. Τις δεκαετίες του 1990 και 2000, τα σύνορα «ξεθώριασαν», αυξήθηκε η αποδιαμεσολάβηση, δημιουργήθηκαν νέα προϊόντα, αυξήθηκαν οι κινήσεις προς προϊόντα υψηλού ρίσκου ενώ η πληροφορική επικράτησε σε όλους τους τομείς με τις διαδικτυακές υπηρεσίες και το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Τα καινοτομικά βήματα της δεκαετίας του 1980 για την απελευθέρωση των δραστηριοτήτων και των τιμών, οι τεράστιες επενδύσεις σε υποδομές πληροφορικής, οδήγησαν σε μειώσεις του κόστους και στη βελτίωση των υπηρεσιών. Σήμερα, η τεχνολογική καινοτομία, με τα εργαλεία της είναι μονόδρομος. Έτσι, κάποιος επενδυτής μπορεί να κάνει τις διακοπές του σε ένα ορεινό χωριό των Τρικάλων τα Χριστούγεννα, ενώ παράλληλα να διαπραγματεύεται στις διεθνείς αγορές διάφορα συμβόλαια, να αγοράζει ή να πουλά μετοχές κλπ από το smartphone του.
Σήμερα, στην ΕΕ, λειτουργούν 6 από τα 20 πιο σημαντικά χρηματοοικονομικά κέντρα παγκοσμίως: Λονδίνο, Ζυρίχη, Γενεύη, Φρανκφούρτη, Παρίσι και Λουξεμβούργο. Στις ΗΠΑ: Νέα Υόρκη, Σικάγο, Βοστώνη και Σαν Φρανσίσκο.
Όλοι καταλαβαίνουν τη σημασία των αγορών. Η ορθή τους λειτουργία, δηλαδή ένα σύστημα με κανόνες όπου τα κεφάλαια θα κινούνται με ευκολία, με χαμηλό κόστος κίνησης από τους καταθέτες προς τον επιχειρηματικό τομέα, θα οδηγήσει στην αύξηση της ευημερίας. Άλλωστε οι χώρες οι οποίες δεν έχουν μπορέσει να περάσουν τον σκόπελο της φτώχειας και της υπανάπτυξης, παρουσιάζουν δυσκολίες στην κίνηση των κεφαλαίων, δηλαδή στην προώθηση των καταθέσεων προς τις παραγωγικές επενδύσεις όπως λιμάνια, εργοστάσια, κεφαλαιουχικός εξοπλισμός κλπ.